«επιστροφή στην ενότητα 'Greece'

Φράνσις Νόελ-Μπαίκερ, 1920-2009

Η Ελλάδα κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, 1942-1945

Οι σελίδες που ακολουθούν είναι αφιερωμένες στη μνήμη του πατέρα μου. Προέρχονται από την αλληλογραφία, κυρίως με τους γονείς του, στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου. Οι εν λόγω επιστολές καλύπτουν την περίοδο από το Δεκέμβριο 1942 όταν υπηρετούσε στη Special Operations Executive (SOE/Υπηρεσία Ειδικών Επιχειρήσεων) στο Κάιρο μέχρι την εκλογή του ως βουλευτή του Κόμματος των Εργατικών τον Ιούνιο 19451. Ο Φράνσις ήταν μόλις 22 ετών όταν άρχισε να γράφει αυτές τις επιστολές και 25 όταν απρόσμενα εκλέχτηκε βουλευτής των Εργατικών στην Αγγλία.

Όσα ακολούθησαν στη ζωή του Φράνσις κατά κάποιο τρόπο προβλέπεται μέσα σε αυτές τις επιστολές. Συγχρόνως αναδεικνύεται η προσωπικότητά του, η στάση του απέναντι στην πολιτική και τους ανθρώπους, η γοητεία, η ενέργεια και το χιούμορ του, συνάμα όμως και ο τρόπος με τον οποίο βρέθηκε «παγιδευμένος» ανάμεσα σε δύο χώρες, τη Βρετανία και την Ελλάδα, ως αντιπρόσωπος της μιας και υποστηρικτής της άλλης, και πώς αυτό το γεγονός οδήγησε αργότερα σε μία τραγική παρεξήγηση γύρω από το πρόσωπό του, με θλιβερές και μακρόχρονες συνέπειες εξίσου για τον ίδιο και την οικογένειά του.

Ο πατέρας του Φράνσις, Φίλιπ Μπαίκερ, βουλευτής Εργατικού Κόμματος στην Αγγλία, ήταν Υφυπουργός (Parliamentary Secretary) στο Υπουργείο Μεταφορών Πολέμου στην κυβέρνηση συνασπισμού του Τσόρτσιλ. Η μητέρα του, Ειρήνη Νόελ, είχε κληρονομήσει από την οικογένειά της το δάσος στο Αχμέταγα της Εύβοιας. Γνωρίστηκαν όταν εργάζονταν για την οργάνωση Κουάκερων Friends’ Ambulance Unit2 στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Όταν παντρεύτηκαν το 1915 ένωσαν τα επώνυμά τους. Η πολιτική κληρονομιά του Φράνσις προερχόταν και από τους δύο γονείς του: από την πλευρά του πατέρα του περιελάμβανε τη δράση στο Κόμμα των Εργατικών στη Βρετανία και την εξωτερική πολιτική, με θέσεις κατά της αποικιοκρατίας, υπέρ του αφοπλισμού και του σοσιαλισμού, και από την πλευρά της μητέρας του μία περισσότερο πρακτική συμμετοχή στο κτήμα τους στην Εύβοια στο Αχμέταγα.

Το Νοέμβριο 1942 ο Φράνσις αναχώρησε αεροπορικώς για το Κάιρο μεταφέροντας στις αποσκευές του τα βρετανικής προέλευσης σχέδια της σιδηροδρομικής γέφυρας του Γοργοπόταμου στη Θεσσαλία, την οποία επρόκειτο να ανατινάξει μία ομάδα της SOE με την υποστήριξη των ελληνικών ανταρτικών οργανώσεων. Αποστολή του ήταν να συμμετέχει στη στήριξη των μικρών βρετανικών στρατιωτικών ομάδων που δρούσαν στην κατεχόμενη Ελλάδα και προσπαθούσαν να συνεργαστούν με τις διάφορες ελληνικές ανταρτικές ομάδες και να ενοποιήσουν τη δράση τους. Επίσης βρισκόταν σε επαφή με τις ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις στη Μέση Ανατολή και τους εκπροσώπους της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης με επικεφαλής τον αντιπρόεδρο Παναγιώτη Κανελλόπουλο.3

Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΚΕ), το οποίο είχε τεθεί εκτός νόμου στη δικτατορία του Μεταξά και συνεπώς διέθετε εμπειρία στην ανατρεπτική δράση, πρωτοστατούσε στην οργάνωση της αντίστασης κατά των Γερμανών. Στη διάρκεια του πολέμου ο Φράνσις ήταν «ο ίδιος προσωπικά υποστηρικτής των ΕΑΜ/ΕΛΑΣ δεδομένου ότι αυτές οι δύο οργανώσεις είχαν τη μεγαλύτερη δράση στην αντίσταση εναντίον της κατοχής»4. Στο μεταξύ το βρετανικό Υπουργείο Εξωτερικών (Φόρεϊν Όφις) πρόσφερε κάθε δυνατή στήριξη στις δεξιές ομάδες, διότι θεωρούσε πως αυτές ήταν λιγότερο πιθανό να οδηγήσουν την Ελλάδα στη σφαίρα επιρροής των κομμουνιστών. Στη διάρκεια του πολέμου ο Φράνσις πίστευε σθεναρά πως η πολιτική του Φόρεϊν Όφις στο ζήτημα της Ελλάδας ήταν το γεγονός που έμμεσα οδήγησε στον ελληνικό εμφύλιο, και για τις απόψεις του αυτές τέθηκε στο περιθώριο και υποχρεώθηκε να σιωπήσει. Όταν ο Φράνσις επέστρεψε στην Ελλάδα το 1945 άλλαξε - όπως και πολλοί άλλοι - απόψεις για το ΕΑΜ.

Ο Φράνσις, σε όλη την περίοδο που βρισκόταν στο Κάιρο, έγραφε σχεδόν ασταμάτητα στους γονείς του. Ανυπομονούσε να ενημερώνει τον πατέρα του και την κυβέρνηση αλλά και τη μητέρα του, η οποία δεν μπορούσε να επιστρέψει στο Αχμέταγα στα χρόνια του πολέμου, για λόγω της κατάστασης στην Ελλάδα.

Σε μία επιστολή από το Κάιρο στις 3 Δεκεμβρίου 1942 στους γονείς του, ο Φράνσις εξηγεί γιατί είναι τόσο σημαντικό να έχει ο πατέρας του Φίλιπ μία σαφή και πλήρη εικόνα των ελληνικών πραγμάτων.

… ο πατέρας… είναι ο μόνος επιφανής Άγγλος που γνωρίζουμε ότι ενδιαφέρεται για την Ελλάδα (πράγματι είναι ζήτημα αν υπάρχει άλλος), ο οποίος δεν ταυτίζεται με την πολιτική του Φόρεϊν Όφις ή τους πολλούς τρόπους με τους οποίους οι Έλληνες αισθάνονται – και μάλλον δικαίως - ότι η βρετανική κυβέρνηση τους έχει εγκαταλείψει. Έτσι τεράστια μερίδα της ελληνικής κοινής γνώμης εδώ, αλλά και στην ίδια την Ελλάδα, εναποθέτει τις ελπίδες της για το μέλλον στον Πατέρα. Αυτό, σας παρακαλώ να με πιστέψετε, δεν αποτελεί υπερβολή, και συνεπάγεται μεγάλη ευθύνη για τον Πατέρα.

Εν συντομία, ΕΧΕΙ ΟΥΣΙΩΔΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ο Πατέρας να κάνει το μέγιστο δυνατό για να πληροφορηθεί για την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα με οποιονδήποτε τρόπο μπορεί, και εν συνεχεία, όταν διαπιστώσει τα ολέθρια σφάλματα που έχουν γίνει, οφείλει να πράξει κάτι γι’ αυτά και όσον αφορά το Υπουργείο Εξωτερικών και αλλού… Τον εκλιπαρώ να πιστέψει ότι γράφω με απόλυτη σοβαρότητα γι’ αυτό που πιστεύω πως είναι ζήτημα με εξαιρετικά βαρύνουσα σημασία. Τόσο βαρύνουσα ώστε όλο το φάσμα των ελληνοβρετανικών σχέσεων εξαρτάται εν μέρει από το τι θα πράξει ο πατέρας.

Ο Φράνσις γνώριζε πως μέσω των γονιών του είχε έναν ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας με τη βρετανική κυβέρνηση και τον Τσόρτσιλ. Ενίοτε έβρισκε κάποιους ανθρώπους για να μεταφέρουν επιστολές ακόμα και επίσημα έγγραφα απευθείας στο σπίτι των γονιών του στο Λονδίνο. Έτσι μπορούσε να γράφει χωρίς το φόβο της λογοκρισίας από τους αξιωματούχους του Υπουργείου Εξωτερικών, για τους οποίους κατανοούσε πως ήταν αναγκασμένοι να ακολουθούν μία συγκεκριμένη γραμμή, ασχέτως αν τα γεγονότα έδειχναν το αντίθετο. Επίσης γνώριζε πως αν διάβαζε τις επιστολές οποιοσδήποτε άλλος αυτός θα καταδικαζόταν ως προδότης. Τελικά, όπως διαπιστώνουμε από τις επιστολές, η επίσημη γραμμή άλλαξε, αλλά δυστυχώς τότε ήταν πολύ αργά πια για την Ελλάδα.

Η επόμενη επιστολή στους γονείς του γράφτηκε στις 6 Δεκεμβρίου 1942. Το όνομα του συγκεκριμένου κομιστή μάλλον έχει παραλειφθεί σκόπιμα, αλλά θα μπορούσε να είναι κάποιος από τους Έλληνες φίλους του Φράνσις από το Κάιρο.

Θα σου πρότεινα ανεπιφύλακτα να προσκαλέσεις τον άνθρωπο που σου παρέδωσε την επιστολή στο σπίτι σου, και να του ζητήσεις να σου μιλήσει για την Ελλάδα, για την οποία προφανώς γνωρίζει τόσα όσα οποιοσδήποτε Άγγλος οπουδήποτε αλλού (τουλάχιστον για την Ελλάδα στη διάρκεια του πολέμου και από την εισβολή και εξής), και ασφαλώς περισσότερα από οποιονδήποτε άλλον αυτή τη στιγμή στο Λονδίνο. Μην καλέσεις όμως το Φόρεϊν Όφις στο ίδιο δείπνο!

Τα αισθήματα του Φράνσις για την πολιτική του βρετανικού Υπουργείου Εξωτερικών μοιράζονταν και αρκετά μέλη της SOE. Το εντυπωσιακό στις επιστολές αυτές είναι ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζεται το μεγάλο σκάφος της πολιτείας να προχωρεί αναπότρεπτα στην πορεία του αδιαφορώντας για την αυξανόμενη οδύνη των ανθρώπων γύρω του. Ο Φράνσις διακατέχεται από οργή όχι μόνο γι’ αυτό που θα μπορούσε να συμβεί στην Ελλάδα ως συνέπεια της βρετανικής πολιτικής, αλλά επίσης γιατί είχε πλήρη επίγνωση των συνεπακόλουθων που θα επέφερε στην οικογένειά του, η οποία ζούσε τόσα χρόνια και επιθυμούσε να συνεχίζει να ζει στην Ελλάδα. Σε αυτό το τελευταίο αναφέρεται ο Φράνσις στη συνέχεια της ίδιας επιστολής που παρατίθεται παραπάνω (3 Δεκεμβρίου 1942):

…δεν τρέχει τίποτα για όσους δεν έχουν στενό ενδιαφέρον για την Ελλάδα, τους παρατρεχάμενους εδώ και στο Φόρεϊν Όφις να τα κάνουν μούσκεμα. Μετά τον πόλεμο θα γυρίσουν πίσω στις θέσεις τους στις διάφορες υπηρεσίες της κυβέρνησης ή στο σπίτι τους στην Αγγλία, και το μόνο που θα χρειάζεται να λένε είναι ότι έκαναν καλά τη δουλειά τους στον πόλεμο –όποια δουλειά κι αν ήταν αυτή. Όμως για μας τα πράγματα είναι διαφορετικά. Περισσότερο από ποτέ τώρα που γνωρίζω μερικά πράγματα γι’ αυτούς, θαυμάζω και συμπαθώ τους Έλληνες. Νομίζω πως, ως χώρα και ως άτομα, τους οφείλουμε ένα τεράστιο χρέος. Και εμείς οι τρεις θα θέλουμε να επιστρέψουμε στην Ελλάδα μετά τον πόλεμο. Θα θέλουμε οι Έλληνες να μας θαυμάζουν και να μας συμπαθούν ως Άγγλους και ως άτομα. Θα θέλουμε οι άνθρωποι στο Αχμέταγα και οι φίλοι μας στην Αθήνα να έχουν τόσους καλούς λόγους να είναι ευγνώμονες στους Άγγλους όσους έχουμε εμείς να είμαστε ευγνώμονες σε αυτούς.

Υπάρχει σοβαρός κίνδυνος οι Έλληνες να αρχίσουν να μισούν τους Άγγλους, όλους αδιακρίτως, ακόμα και να αντιμετωπίσουν εμάς τους τρεις σαν κάποιους που τους βοήθησαν να τους προδώσουν και να τους εξαπατήσουν. Δεν νομίζω πως οι άνθρωποι στο Αχμέταγα θα έκαναν ποτέ κάτι τέτοιο. Ανεξάρτητα από το πόσο το Φόρεϊν Όφις πικραίνει τους Έλληνες, οι Αχμεταίοι θα μπορούν και πάλι να κάνουν τη διάκριση ανάμεσα στη βρετανική κυβέρνηση και τους Νόελ-Μπαίκερ, όπως έκαναν και την εποχή του Μονάχου5. Όχι το ίδιο εύκολα όμως. Ο πατέρας είναι μέλος της κυβέρνησης και εν μέρει υπεύθυνος για όσα πράττει η κυβέρνηση συνολικά. Και όπως και να’ χει, ο Θεός να φυλάξει να μην φτάσουμε στο σημείο όπου θα πρέπει να απολογηθούμε για την πολιτική της ίδιας μας της χώρας…

Ο Φράνσις αν μη τι άλλο ήταν πεισματάρης και είναι βέβαιο πως πρέπει να είχε εξοργίσει τους ανωτέρους του στο Φόρεϊν Όφις, οι οποίοι ήταν αναγκασμένοι να ασχολούνται με ένα ατίθασο 22χρονο, ο οποίος ήταν ευφυής, είχε άμεση πρόσβαση στα ανώτατα κυβερνητικά κλιμάκια μέσω του πατέρα του, και συν τοις άλλοις μιλούσε άπταιστα Ελληνικά. Ήταν ασταμάτητος, και μερικοί ίσως θα έλεγαν υπερόπτης και εντελώς ανεύθυνος.

Στη διάρκεια του πολέμου και τα τρία μέλη της οικογένειας είχαν μιλήσει στα ελληνικά στο ραδιόφωνο του BBC που αναμεταδιδόταν στην κατεχόμενη Ελλάδα, και τους είχαν ακούσει οι φίλοι τους στην Εύβοια. Ο Φράνσις γράφει στους γονείς του από το Κάιρο, 14 Δεκεμβρίου 1942:

Τα σπουδαία νέα τώρα είναι το τηλεγράφημα που μου γράφεις πως θα μεταδοθεί ένα ραδιοφωνικό μήνυμα την Τετάρτη. Θα κολλήσω το αυτί μου στο ασύρματο (ραδιόφωνο) και ελπίζω να ακούσω την ωραία ηχηρή πατρική φωνή να σκορπίζει το μήνυμα της ελπίδας στους αιθέρες. Και επιπλέον πρέπει να είναι ένα μήνυμα ελπίδας. Μία σταλιά ελπίδα είναι ακριβώς αυτό που χρειάζονται οι δυστυχείς φίλοι μας σε αυτή την περίσταση για λόγους που θα σου εξηγήσω σύντομα… Δεν έχω καταφέρει ακόμα να μιλήσω στο ραδιόφωνο από εδώ πιστεύω ότι θα το καταφέρω σύντομα

Οι επιστολές του Φράνσις δείχνουν την αυξανόμενη απογοήτευσή και την οργή του για τη βρετανική εξωτερική πολιτική και τον αντίκτυπό της στα ελληνικά πράγματα. Στην ίδια επιστολή περιγράφει τον αντίκτυπο της διακήρυξης του Ήντεν για την Αλβανία από το Κάιρο.

Όπως θα γνωρίζετε βέβαια όταν λάβετε αυτή την επιστολή υπάρχει μία πολύ μεγάλη κρίση στους κόλπους της ελληνικής κυβέρνησης. Όλα άρχισαν με τη διακήρυξη του Ήντεν για την Αλβανία. Σε γενικές γραμμές τα πράγματα συνέβησαν ως εξής:

Ο Ήντεν –λόγω της ανάλογης ανακοίνωσης του Στέιτ Ντιπάρτμεντ (το υπουργείο εξωτερικών της Αμερικής) και της «ψυχολογικής παρόρμησης» εναντίον της Ιταλίας- θεώρησε πως θα ήταν καλή κίνηση να προβεί σε δήλωση για την ανεξαρτησία της Αλβανίας… Ο Κανελλόπουλος ενημερώθηκε για τη διακήρυξη και αμέσως έγινε έξαλλος. Υποστήριξε πως (η διακήρυξη) θα είχε καταστροφικές συνέπειες στο εσωτερικό της Ελλάδας για τους εξής λόγους:

Η Μεγάλη Βρετανία δεν είχε ούτε ΜΙΑ ΦΟΡΑ προβεί σε οποιαδήποτε ανακοίνωση σχετικά με τα ελληνικά αιτήματα, το δικαίωμα των Ελλήνων να επιλέξουν ελεύθερα το πολίτευμα της χώρας τους μετά τον πόλεμο, ή οτιδήποτε άλλο. 400.000 Έλληνες πολέμησαν στην Αλβανία υπέρ της Μεγάλης Βρετανίας. 10.000 σήμερα σέρνονται στους ελληνικούς δρόμους με κομμένα πόδια. Η υπόλοιπη Ελλάδα δίνει έναν μεγαλειώδη αγώνα εξ ονόματός μας στην Ελλάδα. Ήδη πλανάται έντονα η υποψία ότι η Μεγάλη Βρετανία πρόκειται να επιβάλει ένα φασιστικό καθεστώς στην Ελλάδα μετά τον πόλεμο, και δεν πρόκειται να επιστρέψει τα Δωδεκάνησα ή την Κύπρο από φόβο ότι θα ενοχλήσει τους Τούρκους. Συνολικά ΤΡΕΙΣ Αλβανοί αυτομόλησαν στον ελληνικό στρατό κατά την εκστρατεία, και αυτοί οι τρεις επειδή πεινούσαν και κρύωναν. Ο ελληνικός λαός σίγουρα θέλει ένα τμήμα της Βορείου Ηπείρου μετά τη λήξη του πολέμου.

Κι ενώ ισχύουν αυτά, ξαφνικά η Αγγλία αρχίζει να κάνει ευνοϊκές ανακοινώσεις υπέρ των δικαιωμάτων των Αλβανών και του δικαιώματος των Αλβανών να επιλέγουν ελεύθερα το πολίτευμα της χώρας τους. Αν δεν είχε γίνει μία τέτοια ανακοίνωση, οι Έλληνες θα ήταν διατεθειμένοι να αφήσουν για αργότερα τα εδαφικά ζητήματα. Τώρα φοβούνται πως πρώτα η Αλβανία, έπειτα η Βουλγαρία, έπειτα ίσως η Ιταλία, θα λάβουν όλες διαβεβαιώσεις καλής θέλησης από την Αγγλία και η Ελλάδα θα ξεχαστεί. Πράγματι η πολιτική της Αγγλίας έχει παράδοση στο να καλοπιάνει τους εχθρούς της και να κάνει κάθε είδους παραχώρηση προς αυτούς, ενώ φέρεται στους φίλους της σαν να είναι σκουπίδια, επειδή είναι ήδη φίλοι της και συνεπώς δεν αξίζει να ασχολείται μαζί τους.

Η δήλωση όμως έχει γίνει πια…

Σας τα λέω όλα αυτά, παραβιάζοντας κατά μία έννοια το επίσημο απόρρητο, και με πολύ μεγάλη εμπιστοσύνη όσον αφορά την πηγή, για το λόγο και μόνο ότι όταν ο Κανελλόπουλος έρθει στο Λονδίνο, αν έρθει, είναι ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ να γνωρίζετε τι συμβαίνει και να τον βοηθήσετε με όποιον τρόπο μπορείτε. Γνωρίζω πως θα θέλει να σας δει και να σου μιλήσει για το θέμα. Πράγματι μιλάει μόνο με μένα ως τον δεύτερο καλύτερο συνομιλητή ύστερα από σας (και αυτόν της συμφοράς μάλιστα). Σου τα γράφω όλα αυτά πολύ βιαστικά… Ίσως ήδη τα γνωρίζετε… όμως ΣΑΣ ΠΑΡΑΚΑΛΩ να είστε διακριτικός διαφορετικά θα με εκτελέσουν.

Ο Φράνσις αισθανόταν άσχημα που οι άμεσα προϊστάμενοί του στο Φόρεϊν Όφις παραγνώριζαν την αξία των απόψεών του, γεγονός αναμενόμενο με δεδομένο το νεαρό της ηλικίας του και τη σχετική ασημαντότητα της Ελλάδας σε εκείνη τη φάση του πολέμου σε σύγκριση με όσα συνέβαιναν στην Ευρώπη. Φαίνεται όμως πως τα μηνύματά του έφταναν στους αποδέκτες τους και απέδιδαν καρπούς μέσω των ραδιοφωνικών μεταδόσεων, οι οποίες τότε είχαν αποκτήσει τακτικό χαρακτήρα στο BBC.

… (οι Έλληνες) ακούν και τους δυο σας και εμπιστεύονται όσα λέτε και δίνουν μεγαλύτερη σημασία στα λεγόμενά σας γιατί είστε οι Νόελ-Μπαίκερ, και γιατί πιστεύουν πως είστε έντιμοι και ειλικρινείς φιλέλληνες, και δεν φέρετε ευθύνη για πολλά από τα χονδροειδή σφάλματα της κυβέρνησης, όπως δεν φέρατε ευθύνη και για τα σφάλματα του Τσάμπερλαιν». (αυτ., 26 Δεκεμβρίου 1942)

Τον Ιανουάριο 1943 ο Φράνσις γράφει πάλι προς τους γονείς του μία επιστολή όπου είναι σαφές πως ο Κανελλόπουλος τους είχε επισκεφτεί και είχε μιλήσει στον Φίλιπ στο Λονδίνο.

… Οι δηλώσεις του πατέρα μέσω ραδιοφώνου. Τις άκουσα χτες το απόγευμα… και αυτά που είπατε ήταν απολύτως ΠΡΩΤΗΣ ΤΑΞΕΩΣ ΚΑΙ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ και ακριβώς αυτά που έπρεπε να είχαν ειπωθεί προ πολλού. Είχα τη ματαιοδοξία να φαντάζομαι πως σας επηρέασαν κάπως μερικά από όσα σου είχα γράψει, και υποθέτω πως έχετε συνομιλήσει μία δύο φορές με τον Κανελλόπουλο. Εν πάσει περιπτώσει, άκουσα το μήνυμα με όλο και μεγαλύτερη χαρά και αγαλλίαση, και στο τέλος έμεινα φοβερά εντυπωσιασμένος και ευχαριστημένος. Δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο καλή εντύπωση θα έχει στο εσωτερικό της Ελλάδας και πόσο χαρούμενοι θα είναι όλοι… το ραδιοφωνικό σας μήνυμα ήταν ένα αριστούργημα και μία εξαιρετικά σημαντική και πολύτιμη πολιτική συμβολή, η οποία αναμφίβολα θα προσφέρει πολλά στο εσωτερικό της Ελλάδας για την άρση των αμφιβολιών και της καχυποψίας, οι οποίες ήδη επικρατούν σχετικά με τις προθέσεις των Βρετανών. ΝΑ ΤΟ ΕΠΑΝΑΛΑΒΕΤΕ αν μπορείτε. Πραγματικά έχει σημασία για έναν πολύ αδικημένο σύμμαχό μας: τον ελληνικό λαό». (Επιστολή, 14 Ιανουαρίου 1943)

Βλέποντας τον αντίκτυπο των ραδιοφωνικών μηνυμάτων στους Έλληνες φίλους στο Κάιρο, και συναισθανόμενος πως έχει την απόλυτη προσοχή του πατέρα του, ο Φράνσις γράφει πάλι στους γονείς του μία μακροσκελή επιστολή γεμάτη πάθος στις 24 Μαΐου 1943. Στην επιστολή επαινεί τη μητέρα του για το ραδιοφωνικό της μήνυμα προς τον ελληνικό λαό στις 22 Μαΐου.

Μιλήσατε όπως έπρεπε, όσα είπατε απηχούσαν πραγματική ειλικρίνεια (η οποία θα μπορούσε να γίνει αντιληπτή από όλους, όχι μόνο από εμένα που γνώριζα πόσο ειλικρινά λέγονταν όλα).

Στη συνέχεια ακολουθεί μία ζωηρή περιγραφή όσων θα ήθελε να ακούσει το ελληνικό ακροατήριο από ένα ραδιοφωνικό μήνυμα. Εδώ προκαλεί ιδιαίτερη συγκίνηση το γεγονός ότι αντανακλά τα προσωπικά αισθήματα του Φράνσις –τα αισθήματα ενός νεαρού άνδρα που προσπαθεί να προσελκύσει την προσοχή του πατέρα του, ώστε εκείνος να τον λάβει σοβαρά και τον αντιμετωπίσει με σεβασμό.

Σχετικά με τα ραδιοφωνικά μηνύματα: πρέπει, ξαναλέω ΠΡΕΠΕΙ να το ξανακάνετε, ΠΡΕΠΕΙ, πατέρα, να αρχίστε τα ραδιοφωνικά μηνύματα ΑΜΕΣΩΣ και τακτικά μία φορά το μήνα. Αυτό που θέλουν τώρα οι Έλληνες και η μεγαλύτερη υπηρεσία που μπορείς να προσφέρεις σε εκείνους και την κοινή υπόθεση είναι να μιλήσεις με όρους γενικούς και σύμφωνους με τον «Χάρτη του Ατλαντικού»6 για το λόγο για τον οποίο μαχόμαστε: π.χ. τη δημοκρατία και την ελευθερία των λαών να επιλέγουν το πολίτευμα στο οποίο θα ζουν, τι οφείλουμε στους Έλληνες και πόσο αποφασισμένος είναι ο βρετανικός ΛΑΟΣ να δει ότι εκπληρώνονται τα δίκαιά των Ελλήνων –στο εσωτερικό και όσον αφορά τις διεκδικήσεις τους μετά τη λήξη του πολέμου. Η Δημοκρατία, το Ατλαντικό Σύμφωνο, η ευγνωμοσύνη μας και η ειλικρινής μας επιθυμία να δούμε την Ελλάδα ισχυρή, ευτυχή και ενωμένη μετά τον πόλεμο, με τον τρόπο με τον οποίο ένας πατέρας θα έβλεπε το παιδί του (μπορείς να χρησιμοποιήσεις αυτή τη φράση), και πώς πραγματικά ανταποδίδουμε τη συγκινητική τους αγάπη για τους Άγγλους (μάλλον παραπλανημένη).

Ο ενθουσιασμός του Φράνσις μοιάζει τώρα να αντλεί δύναμη από την αίσθηση της δυνατότητάς του να επηρεάσει τα γεγονότα και από το προσωπικό του αίσθημα ότι βρίσκεται στο σωστό δρόμο. Αυτά τα χαρακτηριστικά βρίσκονται τόσο κοντά στην υπεροψία και εντούτοις κάτι από το αυτό-υποτιμητικό χιούμορ του και την έκδηλη θερμή ανθρωπιά του κάνουν τον αναγνώστη να τον συγχωρεί. Στη μετέπειτα ζωή του αυτή η ίδια αυτοπεποίθηση έμελλε να τον βλάψει, όμως εκ των υστέρων είναι σαφές πως, όσο υπερόπτης κι αν είχε υπάρξει, ο ζήλος του εκκινούσε από ανώτερα κίνητρα και εκφραζόταν χαριτωμένα, χωρίς πομπώδη επιδεικτικότατα. Συνεχίζει στην ίδια επιστολή:

ΕΝΑ. Είναι εντελώς αδύνατο να υπερβάλλει κανείς στον έπαινο των κατορθωμάτων των Ελλήνων ως σήμερα. Να αναφερθείτε στην πτώση της Τύνιδας, την κραταιά αντίσταση στο Στάλινγκραντ, τον πανικό στην Ιταλία, -ακόμη σχεδόν και στις νίκες των Αμερικανών στον Ειρηνικό ωκεανό- τις προσπάθειες των Ελλήνων στην Αλβανία και μετά την κατάρρευση του μετώπου, και θα ευχαριστήσεις τους ακροατές σου… χωρίς να απομακρυνθείς ιδιαίτερα από το θέμα σου. Μίλησε με ενθουσιασμό για τον τρόπο που το ελληνικό εμπορικό ναυτικό συνέβαλε στον πόλεμο των υποβρυχίων ή τη στρατηγική αξία της αντίστασης των ανταρτών στην Ελλάδα, και θα πουν πόσο οξεία αντίληψη έχεις για τα ελληνικά προβλήματα… και πάλι τα λεγόμενά σου δεν θα απείχαν πολύ από την αλήθεια. Μην επιδοθείτε σε μελιστάλαχτους επαίνους, αλλά συνδέστε [τις επιδοκιμασίες] (όπως το κάνετε ως τώρα) με συγκεκριμένα γεγονότα στην πορεία του πολέμου. ΔΥΟ. Όταν μιλήσετε για το πόσο ωραία θα ζουν οι Έλληνες μετά τον πόλεμο (που είναι ένα καλό θέμα), και πόσο θα φανεί τότε ότι άξιζαν οι κόποι, ΝΑ ΕΙΣΤΕ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΣ. Μην κάνετε αόριστες αναφορές στο Ατλαντικό Σύμφωνο και στα προγράμματα χορήγησης βοήθειας. Μιλήστε για όσα είπε ο υφυπουργός του Υπουργείου Δημοσίων Έργων στη Βουλή την περασμένη Πέμπτη για το αποχετευτικό σύστημα στην Ελλάδα μετά τον πόλεμο, ή για τις συζητήσεις του BMA (British Medical Association / Βρετανικός Ιατρικός Σύλλογος) σχετικά με τη λήψη μέτρων κατά της ελονοσίας στη Θεσσαλία, ή το ποιος συγκέντρωσε ποιο ακριβώς ποσό και για ποιον συγκεκριμένο σκοπό. ΤΡΙΑ... Όταν αναφέρεσαι στο Ατλαντικό Σύμφωνο και την ελευθερία από τούτο και το άλλο να είστε ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΣ. Να αναφέρετε τα λόγια του Τσόρτσιλ στο δείπνο στη λέσχη του (αν μπορείτε) ή το ποια είναι η αίσθηση της Βουλής των Κοινοτήτων ή τι γράφει η μία και η άλλη εφημερίδα, ή τι πιστεύει για την Ελλάδα ο απλός ψηφοφόρος σου από το Ντέρμπυ, και πόσο αποφασισμένος είναι να σταματήσουν τα πονηρά παιχνίδια. Αν θέλετε, αφιερώστε μερικές γραμμές στον απλό ψηφοφόρο σου, τι κάνει, πώς έχουν αλλάξει οι ιδέες του για την Ελλάδα από την έναρξη του πολέμου, και πόσο συχνά ακούει νέα για την Ελλάδα τώρα. Όμως να είστε ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΣ όταν έρχεστε στην ουσία. Οι φίλοι μας δικαίως είναι καχύποπτοι απέναντι σε αόριστες υποσχέσεις και κοινοτοπίες, και είναι ανάγκη να πειστούν πως δεν υπάρχει και η παραμικρή πιθανότητα οποιουδήποτε κακού παιχνιδιού σε βάρος τους. Λοιπόν ΝΑ ΕΙΣΤΕ ΣΑΦΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΩ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΣ. ΤΕΤΑΡΤΟΝ. Κάθε φορά να προσθέτεις και μερικά προσωπικά στοιχεία, ποιος είστε και ποια είναι η ιδιότητά σας αλλά πάντα σε σχέση με την Ελλάδα: γιατί ενδιαφέρεστε για όσα συμβαίνουν εκεί, ποιοι είναι οι δεσμοί σας με τον τόπο. Ίσως μερικοί Έλληνες να μην σας έχουν ακουστά και υπάρχουν πολλοί άλλοι που δεν είναι βέβαιοι για το τι ακριβώς αντιπροσωπεύετε οι δυο σας. Για παράδειγμα, κυκλοφορούσε μία ιστορία πως είστε οι «Μπέκερ» που έμεναν σε μία βίλα στο Ψυχικό (Θεός φυλάξει!). Συγχώρεσέ με αν παίρνω διδακτικό ύφος, αλλά νομίζω πως ξέρω για ποιο πράγμα μιλώ.

ΕΙΝΑΙ ΩΡΑ ΓΙΑ… ΩΡΑ ΓΙΑ;;;; ΩΡΑ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΩ; Α, όχι! Είναι ώρα να μιλήσω ΞΑΝΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ:

Σημείωση: Αυτό είναι σοβαρό. Τόσο σοβαρό που ίσως έχει επίπτωση στο μέλλον εκατομμυρίων Ελλήνων ή στις σχέσεις της Ελλάδας με την Αγγλία και –πιο έντονα- σε εμάς. Καταλαβαίνω πως είναι δύσκολο να δώσετε σημασία στις απόψεις του ηλίθιου γιου σας, απλώς επειδή ο ηλίθιος γιος είναι αυτός που τις εκφράζει. ΟΜΩΣ προσπαθήστε να φανταστείτε ότι είμαι απλώς μία «καλά πληροφορημένη» πηγή –το οποίο και είμαι.

1. Η πλειονότητα της κοινής γνώμης είναι αντιβασιλική. Και μάλιστα σφοδρά αντιβασιλική διότι:

α. [Ο βασιλιάς] δεν έχει πράξει ποτέ τίποτα για να είναι δημοφιλής, και έχει πράξει πολλά ώστε η μνήμη του να είναι μισητή.

β. Θεωρείται (ορθά) υπεύθυνος για τη δικτατορία του Μεταξά, εναντίον της οποίας εκδηλώθηκε βιαιότατη αντίδραση, που μπροστά της ορρωδεί το μίσος γι’ αυτήν πριν τον πόλεμο.

γ. Η μεγάλη πλειοψηφία των φανατικών οπαδών του στο εσωτερικό της Ελλάδας έχουν παραμείνει όπως ήταν πριν, γερμανόφιλοι, και τώρα βρίσκονται ανάμεσα στις τάξεις των προδοτών.

2. Σχεδόν κάθε Έλληνας, και ειδικά όλοι οι πολιτικοί σχεδόν μηδενός εξαιρουμένου, επιθυμούν να διεξαχθεί δημοψήφισμα στο τέλος του πολέμου για να αποφασιστεί αν θα υπάρξει στην Ελλάδα δημοκρατία ή μοναρχία…

3. Αν αρνηθούμε να δηλώσουμε ρητά και κατηγορηματικά ότι θα επιτραπεί στους Έλληνες να κάνουν δημοψήφισμα για να αποφασίσουν οι ίδιοι το μέλλον τους μόλις δοθεί πρακτικά η δυνατότητα, φυσικά θα συμπεράνουν πως έχουμε ικανό λόγο να εμποδίσουμε την έκφραση της λαϊκής βούλησης: δηλ. πως σκοπεύουμε να επιβάλουμε πάλι διά της βίας ένα ανεπιθύμητο καθεστώς.

4. Αν αφήσουμε να διαδοθεί αυτή η εντύπωση, ρίχνουμε τους Έλληνες στην αγκαλιά των κομμουνιστών, που προετοιμάζουν τη δικτατορία του προλεταριάτου, που (όπως οι κομμουνιστές παντού) εκμεταλλεύονται την ανησυχία του λαού και έχουν αποκτήσει τεράστια δύναμη, γιατί έχουν μία ξεκάθαρη, απλή πολιτική.

5. Το Φόρεϊν Όφις «ευελπιστεί πως ο Βασιλεύς θα τύχει ευνοϊκής υποδοχής στην Ελλάδα…» Πραγματικά κάνει οτιδήποτε μπορεί για να ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ το βασιλιά και την κυβέρνησή του να κάνει το μοναδικό πράγμα που θα μπορούσε να τους σώσει. Τους ενθαρρύνει να είναι περισσότερο αντιδραστικοί από όσο είναι ήδη. Εθελοτυφλεί μπροστά σε εξόφθαλμα γεγονότα, και κάνει τα πάντα για να εδραιώσει το χάος, την αιματοχυσία, το μίσος εναντίον των Βρετανών, και τον κομμουνισμό στην Ελλάδα.

6. Και, οποία ειρωνεία!, τα κάνει όλα αυτά στο όνομα της «διατήρησης της σταθερότητας» στην Ελλάδα.

Άραγε συνειδητοποιούν αυτοί οι άνθρωποι ότι πολεμάμε για τη δημοκρατία; Ακριβώς και μόνο για να έχουν οι άνθρωποι το δικαίωμα να επιλέξουν τον τρόπο που θα ζήσουν μετά τον πόλεμο; Ενδιαφέρονται γι’ αυτά τα πράγματα; Άραγε απεχθάνονται πραγματικά τη δικτατορία; Μπορούν να αναγνωρίσουν το φασισμό όταν τον βλέπουν; Κρίνοντας από τις πράξεις τους φοβούμαι πως η απάντηση είναι όχι. Ο ίδιος προσωπικά δεν πιστεύω πως η επιλογή που αντιμετωπίζει ο ελληνικός λαός είναι ανάμεσα σε ένα κομμουνιστικό κράτος ή τον επιβεβλημένο από τους Βρετανούς φασισμό. Εντούτοις, αν αυτή ήταν η επιλογή, θα προτιμούσα το πρώτο. Και ένας μέσος Έλληνας στην Ελλάδα μπορεί κάλλιστα να είναι δικαιολογημένος αν πιστεύει ότι αυτή είναι η επιλογή. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο εμείς (το Φόρεϊν Όφις) ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ να προβούμε σε μία σαφή και απερίφραστη ανακοίνωση…

Αν αυτό μπορούσε να γίνει τώρα (και τώρα είναι η τελευταία δυνατή στιγμή) τότε: οι μη κομμουνιστές θα εγκατέλειπαν τους κομμουνιστές και δεν θα υπήρχε ο κίνδυνος να επιτύχει η Κόκκινη Επανάσταση, το αντιβρετανικό ρεύμα θα σταματούσε, και θα κέρδιζαν μία νίκη τεράστιας σημασίας αυτοί που πιστεύουν στον Ατλαντικό Χάρτη παρά στην νοσηρή αντίδραση της μυστικής διπλωματίας του Φόρεϊν Όφις.

Γνωρίζω ότι αυτά ακούγονται λίγο σαν τις ιστορίες με το φόβητρο του κομμουνισμού. Όμως πιστεύω ότι όλες οι μορφές δικτατορίας είναι κακές. Πιστεύω ότι ένα ελεύθερο, προοδευτικό δημοκρατικό-σοσιαλιστικό κράτος θα μπορούσε να προσφέρει ένα ευτυχέστερο μέλλον για όλους τους φίλους στην Ελλάδα από όσο ένα σοβιετικού τύπου σύστημα, και επιθυμώ διακαώς οι Έλληνες να μην αισθάνονται στο τέλος του πολέμου ότι, σε αντάλλαγμα για τον μεγαλειώδη ηρωισμό και ιδεαλισμό και τα δεινά των τελευταίων δύο ετών, οι φίλοι τους τούς πούλησαν προς χάρη των βρετανικών οικονομικών συμφερόντων ή του παραπαίοντος ιμπεριαλισμού τύπου Τσάμπερλαιν!

Σας εκλιπαρώ και σας ικετεύω να σκεφτείτε λίγο για το θέμα αυτό… Αισθάνομαι πάθος για όλα αυτά και δεν φαντάζομαι πως θα μπορούσε να υπάρξει τίποτα τόσο απελπιστικό όσο η σκέψη ότι οι ίδιοι οι γονείς κάποιου, που σέβεται την κρίση και την καλοσύνη τους όσο σέβομαι εγώ, είναι είτε αδιάφοροι είτε απλώς υπερβολικά οκνοί για να προσπαθήσουν να χρησιμοποιήσουν την επιρροή που διαθέτουν με σκοπό να αποτρέψουν ένα γιγαντιαίο και απεχθές έγκλημα που διαπράττεται.

Συγχωρέστε με αν υπερβάλλω.

Και σας παρακαλώ να μην μεταφέρετε ΠΟΤΕ και σε ΚΑΝΕΝΑΝ όσα σας γράφω μέχρι να σας δώσω την άμεση άδειά μου. Κάτι το οποίο (φοβούμαι) θα ισχύει μέχρι να δοθεί λύση με τον ένα ή τον άλλον τρόπο. Διαπράττω, προς όφελος αυτού που θεωρώ δίκαιο, σοβαρό στρατιωτικό παράπτωμα.

…πάρα πάρα πάρα ΠΑΡΑ ΠΑΡΑ ΠΑΡΑ πολλή αγάπη και στους δυο σας από τον πλέον αφοσιωμένο και φιλόστοργο υιό.

Η αγάπη του Φράνσις για την Ελλάδα είχε επίκεντρο το Αχμέταγα, το όμορφο ορεινό δάσος με το χωριό του στην κοιλάδα, που δημιουργήθηκε από τον προπάππου του Έντουαρντ Νόελ. Το Αχμέταγα -το σημερινό Προκόπι- ήταν και παραμένει πάντα σημείο αναφοράς για την οικογένεια: τους θύμιζε τη σημασία των κοινωνικών σχέσεων και την αξία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας το φυσικό τοπίο ως πηγή ζωής για την κοινότητα τη δεινή θέση των παρεξηγημένων και πολιορκημένων εθνών που έρχονται αντιμέτωπα με τις πράξεις μιας σοβινιστικής μετα-αποικιοκρατικής βρετανικής εξωτερικής πολιτικής τη φτώχεια και τα αίτιά της. Όμως για τον Φράνσις στις ερήμους της Αιγύπτου αυτό που του έλειπε περισσότερο ήταν τα δέντρα.

25 Σεπτεμβρίου 1943

…Τα πικνίκ στο Αχμέταγα δεν αργούν. Θα είμαστε –πρώτα ο Θεός- όλοι εκεί τουλάχιστον το Πάσχα, και ίσως ακόμα και τα Χριστούγεννα. Ένα από τα πολλά που ορκίστηκα αυτές τις λίγες τελευταίες μέρες να κάνω στο Αχμέταγα είναι να φτάσω περπατώντας ή με το άλογο στην κάθε σπιθαμή σε κάθε λόφο, δάσος, λάκκα και χωράφι, μέχρι να μάθω το όνομα και από το παραμικρό μέρος του κτήματος που έχει όνομα. Κάτι άλλο που ορκίστηκα είναι να φυτέψω όσο μπορώ δέντρα –πεύκα, έλατα, βελανιδιές, κυπαρίσσια, λεύκες, κουκουναριές αν πιάνουν, ακόμα και πλατάνια αν υπάρχει κάποιο μέρος που λείπουν και δεν μεγαλώνουν από μόνα τους, και ίσως μερικούς κέδρους. Συμφωνείτε; Η απογύμνωση του δάσους σε αυτή τη γωνιά του κόσμου είναι μία ζοφερή και τρομερή προειδοποίηση προς όλους όσους ζουν εκεί που υπάρχουν ακόμη δέντρα και ίσως θα μπορούσαν να γίνουν περισσότερα. Κατά σύμπτωση δεν φαίνεται το δάσος στο Αχμέταγα-Δράζι να έπαθε καταστροφές στην κατοχή, και αμφιβάλλω πάρα πολύ αν καταστράφηκαν οι ελιές ή άλλη παραγωγική πηγή της περιοχής.

Το 1943 άρχισαν να φαίνονται τα πρώτα σημάδια ενός εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα και οι προβλέψεις του Φράνσις άρχιζαν να επαληθεύονται. Τον κατέκλυζε το αίσθημα αγωνίας και τρόμου για όσα συνέβαιναν στην Ελλάδα και άρχισε να αναζητά μία άλλη θέση στην υπηρεσία του. «Θεωρώ πως στην περίπτωση της Ελλάδας η βρετανική εξωτερική πολιτική έχει περιπέσει σε περισσότερα εγκληματικά σφάλματα από όσο έχει αποτύχει παταγωδώς σε οποιοδήποτε άλλο διεθνές πρόβλημα. Και αυτό λέει πάρα πολλά...» (γράμμα στους γονείς του 14 Νοεμβρίου 1943). Και πάλι προβλέπει πως η οικογένειά του μια μέρα θα υποφέρει εξαιτίας των εγκλημάτων των Βρετανών.

Για να κατανοήσει κανείς τη στάση του Φράνσις, το αίσθημα προσωπικής ευθύνης για την Ελλάδα, θα έπρεπε να ανατρέξει πάλι στο παρελθόν στο χωριό Αχμέταγα και τις σχέσεις του Φράνσις με τον τόπο και τους ανθρώπους του. Τα αισθήματά του για την Ελλάδα βασίζονταν στην αγάπη και την πολύχρονη οικογενειακή παράδοση, μαζί με το αίσθημα πως το Αχμέταγα είναι το πραγματικό του σπίτι. Η αγάπη του για την Ελλάδα είχε πολύ βαθιές ρίζες από τις πρώτες του αναμνήσεις ήταν αξεδιάλυτα δεμένη με τη μυρωδιά του σπιτιού, το μελισσοκέρι για το πάτωμα και τον καπνό από τα ξύλα στο τζάκι, το άρωμα από τις πασχαλιές και τη γλυσίνα που την έφερνε απαλά ο αέρας στο σπίτι από τον κήπο, το άρωμα των πεύκων, από το δάσος με τις βελανιδιές του, τα κυπαρίσσια, τις κουτσουπιές, τις κουμαριές και τα αγριολούλουδα, την κοιλάδα με το ποτάμι με τα αιωνόβια πλατάνια, το χωριό με τους ήχους και τις φωνές, το σπίτι και τον κήπο με τους ανθρώπους του.

Είναι δύσκολο να περιγράψει κανείς το σπίτι που μεγάλωσα κι εγώ χωρίς να ακούγεται σχεδόν σαν παραμύθι, οι αναμνήσεις μου όμως προέρχονται κυρίως από τους ανθρώπους που δούλευαν εκεί, στον κήπο, στο σπίτι, στο δάσος, και που τελικά για χάρη τους υπήρχε το σπίτι. Ήταν οικογένειά μας.

Για να καταλάβουμε τις αντιλήψεις του Φράνσις, είναι σημαντικό να θυμηθούμε ότι από την πλευρά του παππού μου Φίλιπ η οικογένεια υπήρξαν πάντοτε φιλελεύθεροι με μίσος προς τον εξτρεμισμό και πίστη στην μικτή οικονομία. Πίστευαν στο δικαίωμα του κάθε πολίτη στην προστασία από τη φτώχεια και την απολαβή του καλύτερου δυνατού όσον αφορά την εκπαίδευση και μια ελπιδοφόρα προοπτική για το μέλλον. Απεχθάνονταν την ιδέα του κληρονομημένου πλούτου, τον οποίο θεωρούσαν πως διέφθειρε και αδυνάτιζε το πνεύμα. Αντιμετώπιζαν κάθε τύπου πλούτου ως ένα προνόμιο που έπρεπε να μοιράζεται και, ει δυνατόν, να παραχωρηθεί σε οποιαδήποτε περίσταση προς χρήση του γενικού συνόλου. Από παιδιά μας έμαθαν να μην περιμένουμε να κληρονομήσουμε καθόλου χρήματα, παρά μόνο υπευθυνότητα. Ήμασταν υπερήφανοι που όταν πέθαινε κάποιος από τους προγόνους μας στην Εύβοια ο λογαριασμός του στην τράπεζα ήταν μηδενικός. Το όποιο κέρδος προοριζόταν να επιστρέψει στο κτήμα για τη βελτίωση του κτήματος, και για να χτιστούν σχολεία, εκκλησίες, κέντρα υγείας, να πληρωθούν φόροι, να πληρωθούν μισθοί.

Η σχέση της οικογένειας με το χωριό ήταν λοιπόν μία ειλικρινής σχέση, με όλες τις δυσκολίες και τις καλές και τις κακές της στιγμές, τις απογοητεύσεις και τις διαψεύσεις, ωστόσο ήταν μία σχέση που τελικά άντεξε στο χρόνο. Κι αυτό γιατί ο Φράνσις, όπως οι πρόγονοί του, είχε πλατιά αντίληψη. Έβλεπε καθαρά πώς εξελίσσονταν τα πολιτικά πράγματα στην Ελλάδα τόσο στη διάρκεια του πολέμου όσο και ύστερα από αυτόν, και συγχωρούσε οποιαδήποτε κατηγορία του επέρριψαν άδικα αργότερα, όπως ακριβώς και οι Έλληνες συγχώρησαν τις ιδιομορφίες του χαρακτήρα και τα σφάλματά του. Και οι δύο πλευρές έδειξαν μερικές φορές μία εκπληκτική ικανότητα να προχωρούν μπροστά και να ξεχνούν παλαιότερα λάθη μεγαλόψυχα. Το 1943 άρχισαν να φαίνονται τα πρώτα σημάδια ενός εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα και οι προβλέψεις του Φράνσις άρχιζαν να επαληθεύονται. Τον κατέκλυζε το αίσθημα αγωνίας και τρόμου για όσα συνέβαιναν στην Ελλάδα και άρχισε να αναζητά μία άλλη θέση στην υπηρεσία του. Φαίνεται καθαρά από τις επιστολές του σε πόσο πιεστική θέση βρισκόταν ο Φράνσις στη διάρκεια του πολέμου όσον αφορά την Ελλάδα, και πόσο δυσκολότερη θα γινόταν αργότερα. Στις 14 Νοεμβρίου 1943 γράφει στους γονείς του:

Δεν θα μπορούσε κανείς να φανταστεί λαό πιο υπερήφανα ενωμένο ή περισσότερο παθολογικά αγγλόφιλο από τους Έλληνες την εποχή της εισβολής των δυνάμεων του Άξονα. Εδώ, περισσότερο από οπουδήποτε αλλού, η βρετανική πολιτική είχε ένα ιδανικό πεδίο δράσης… Τι έχει συμβεί; Σήμερα μαίνεται εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα και οι Έλληνες δεν δολοφονούν μόνο ο ένας τον άλλον, αλλά (απολύτως δικαιολογημένα) τους βρετανούς αξιωματικούς που είχαν σταλεί ως σύνδεσμοι για να συντονίσουν το έργο των ελληνικών ανταρτικών ομάδων. (Δεν γνωρίζω αν το τελευταίο έχει δημοσιευτεί στο Λονδίνο. Εδώ συζητιέται σαν κουτσομπολιό). Σταδιακά και σκόπιμα στρέφουμε τους Έλληνες εναντίον μας, κάνοντάς τους να μας μισήσουν… και τους έχουμε δώσει κάθε δικαίωμα να το κάνουν. Στον εμφύλιο πόλεμο στηρίζουμε, αναπόφευκτα όπως φαίνεται, μία μικρή αντιδραστική και καθόλου αντιπροσωπευτική κλίκα στη δράση της εναντίον ενός εθνικού κινήματος λαϊκής αντίστασης, πολλαπλάσια μεγαλύτερο από οποιοδήποτε άλλο, μόνο και μόνο επειδή καθοδηγείται από την αριστερά.

Δυστυχώς, η εμφανής αποφασιστικότητά μας να επιβάλουμε στην Ελλάδα έναν ανεπιθύμητο βασιλιά (για το οποίο έχω εκφράσει τη σφοδρή οργή μου στο παρελθόν σε εκείνες τις επιστολές που πιστεύω πως δεν θα έπρεπε να διαβαστούν από τους κατασκόπους του Φόρεϊν Όφις), δεν είναι άλλο παρά το τελευταίο από τα εγκλήματά μας σε βάρος του ελληνικού λαού.

Και είστε εσείς και εγώ, πατέρα και μητέρα, αυτοί που θα υποφέρουν γι’ αυτά τα εγκλήματα, όχι οι αξιοκαταφρόνητοι διπλωματίσκοι και προσωπάρχες που φέρουν μεν την ευθύνη σήμερα, αλλά που θα στραφούν σε νέες άνετες θέσεις αλλού, όπου θα μπορούν να διαπράξουν και άλλα ανοσιουργήματα ανικανότητας και αμοραλισμού, μέσα σε μακάρια άγνοια της ζημίας που προκάλεσαν όταν διεξήγαν μέσω εγγράφων τον δικό τους πόλεμο μηχανορραφιών και συγκρουόμενων φιλοδοξιών εδώ στο Κάιρο.

Εν ολίγοις: Μισώ και απεχθάνομαι αυτό που κάνει στους Έλληνες σήμερα η βρετανική κυβέρνηση και οι υπηρεσίες και τα τμήματα που την υπηρετούν, συμπεριλαμβανομένου και το δικού μου. Δυστυχώς βρίσκομαι σε μία θέση όπου δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να επηρεάσω την πολιτική ή τον καταιγισμό των χονδροειδών λαθών που γίνονται σε καθημερινή βάση. Σήμερα δεν μου επιτρέπεται καν να εκφράσω τη γνώμη μου. Αισθάνομαι όμως ότι, όσο παραμένω μέλος μιας υπηρεσίας που ασχολείται με τα ελληνικά πράγματα, από ηθική πλευρά φέρω μέρος της ενοχής για όσα διαπράττει. Πάλι –σε ένα περισσότερο κτηνωδώς πρακτικό επίπεδο- δεν θα έχω πρόσωπο να γυρίσω στο Αχμέταγα μετά τον πόλεμο σαν «ένας από αυτούς στο Κάιρο» που συμμετείχε στην ποδοπάτηση του πλέον πιστού και γενναίου από τους συμμάχους μας… (14 Νοεμβρίου 1943)

Σε αυτή την περίοδο ο Φράνσις σώθηκε από τη δυσχερέστατη θέση που υπηρετούσε στο Κάιρο από έναν παλιό φίλο και πρώην προϊστάμενο στην PWM (Political Warfare Mission / Πολιτική Αποστολή Πολέμου), τον David Bowes Lyon (Ντέιβιντ Μπόους Λάιον), για τον οποίο είχε εργαστεί πριν σταλεί πρώτη φορά στο Κάιρο. Το 1944 ο Φράνσις πήγε στη Νεα Υόρκη και ύστερα στην Ουάσιγκτον για να εργαστεί στην PWM. Οι πρώτες εντυπώσεις του Φράνσις από την Αμερική επιβεβαίωσαν τις αρχικές του προκαταλήψεις γύρω από τις πλέον απάνθρωπες πλευρές της σύγχρονης καταναλωτικής κοινωνίας.

Σε μία επιστολή από την Ουάσιγκτον, στις 22 Αυγούστου 1944, γραφει σε έναν φίλο για την Αμερική: «Είναι εξαιρετικά δύσκολο να ξεφύγω από τις πολλές, έντονες αλλά συγκεχυμένες εντυπώσεις που καταλαμβάνουν όποιον έρχεται εδώ πρώτη φορά, που ακόμα κι ένα μήνα μετά δεν έχω καθαρή εικόνα τι μου προκάλεσε τη μεγαλύτερη εντύπωση. Γνωρίζω ότι χαίρομαι που ήρθα εδώ, και πως ελπίζω να βρω μια ευκαιρία να ξαναέρθω για περισσότερο χρόνο μετά τον πόλεμο. Επίσης γνωρίζω πως έγινα περισσότερο συνειδητός και φανατικός Ευρωπαίος αφότου είδα από κοντά τον αμερικανικό υλιστικό πολιτισμό. (Για τον κοινό παρατηρητή, όπως είμαι και εγώ αναγκαστικά, προφανώς δεν υπάρχει κανένας άλλος πολιτισμός εδώ). Με διασκεδάζουν οι πόρτες που ανοίγουν μόνες τους, τα ασανσέρ που σε ανεβάζουν κατευθείαν χωρίς στάση στον 37ο όροφο, τα κλιματιζόμενα..., «οι αυτόματοι πωλητές» όπου παίρνεις φαγώσιμα από τη σχισμή του μηχανήματος (πήγα σε ένα χτες), το ψωμί που πωλείται ήδη κομμένο για να γλιτώνεις τον κόπο, αλλά συγχρόνως με κάνουν να μου λείπουν έντονα η αντικειμενική φτώχεια συνάμα με την πνευματική και διανοητική ανάπτυξη των χωρικών της Ελλάδας».

Το φθινόπωρο του 1944 ο Φράνσις βρίσκεται πάλι στο Λονδίνο, και περιμένει να επιστρέψει στη Μεσόγειο. Πιστεύει ότι θα βρίσκεται σύντομα στην Ελλάδα. Γράφει στον Mπόους Λάιον από το Λονδίνο στις 26 Οκτωβρίου 1944:

Με το θέλημα του Θεού θα είμαι στην Ελλάδα το Δεκέμβριο. Μέχρι τότε ο τελευταίος Γερμανός θα βρίσκεται σίγουρα πίσω από τα σίδερα της φυλακής, εγώ όμως θα χαρώ πολύ να μοιράσω αμέτρητα μπιμπερό μόλις βρεθώ στην Ελλάδα. Κι αν προσπαθήσει πάλι κανείς να με διώξει, θα ανεβώ στην ψηλότερη κορφή της Εύβοιας και θα σηκώσω το δικό μου αντάρτικο... Τώρα έχω την άδεια αναχώρησης, …σχεδόν δύο χρόνια από τη μέρα που έφυγα τελευταία φορά. Αυτή τη φορά το ταξίδι θα πάρει πολύ: αν είναι να φτάσω όμως, ας είναι τόσο αργό το ταξίδι και δύσκολο όσο θέλει να την κάνει η γραφειοκρατία και ο καιρός. Θα σου στείλω τηλεγράφημα από την Αθήνα.

…Τα νέα από την Ελλάδα είναι καλά. Σας στέλνω μαζί για αναψυχή το άρθρο του τελευταίου «Spectator» και επίσης ένα παλαιότερο. Πραγματικά πιστεύω ότι τα πάντα έχουν πάει απίστευτα καλά ως εδώ… τόσο καλά που δεν έγινε καμία αιματοχυσία, καμία «διασάλευση της δημόσιας τάξης», και το Φόρεϊν Όφις υποχρεώθηκε να κάνει στροφή 180 μοιρών σε κάθε σημαντικό ζήτημα. Αλλά το να είσαι σωστός σήμερα είναι παράπτωμα που προφανώς δεν συγχωρείται εύκολα.

Φαίνεται ότι πράγματι το Φόρεϊν Όφις είχε αλλάξει πορεία πλεύσης αλλά ήταν πλέον αργά για την Ελλάδα. Το Δεκέμβριο 1944 τα βρετανικά τανκς κινούνταν στους δρόμους της Αθήνας, βάλλοντας εναντίον τους Έλληνες τους ίδιους, οι οποίοι μέχρι πρόσφατα ήταν οι πιστότεροι σύμμαχοί των Άγγλων στον πόλεμο. Η Βρετανική κοινή γνώμη και όλος ο κόσμος που μέχρι τώρα ήταν γεμάτος θαυμασμό για τον μοναδικό λαό που παρέμενε σταθερά σύμμαχός τους στον πόλεμο ένιωσε φρίκη. Ο Φράνσις βρισκόταν πίσω στο Κάιρο. Γράφει πάλι στον Ντέιβιντ Μπόους Λάιον (9 Δεκεμβρίου 1944, Κάιρο):

...τα νέα από την Ελλάδα είναι απαίσια, και λυπάμαι απελπιστικά γι’ αυτό. Χαίρομαι που δεν βρίσκομαι καν εκεί: το να βρίσκομαι στην Αθήνα (ή ακόμα χειρότερα στην Εύβοια) σε μία εποχή που χρησιμοποιούμε τανκς Σέρμαν και Σπιτφάιαρ εναντίον των συμμάχων μας -μόνο που δεν βομβαρδίσαμε τον Παρθενώνα ακόμη- θα ήταν προσβολή τόσο για τη στολή που φοράω όσο και την πάνω από κάτω χρόνια φιλελληνική παράδοση της οικογένειάς μου. Και τους είχαμε πει τι επρόκειτο να συμβεί. Τους είχαμε προειδοποιήσει πάμπολλες φορές. Μας απομάκρυναν από τη θέση μας και μας εξόρισαν, διαστρέβλωναν μονίμως τα γεγονότα, ψεύδονταν και δολοπλοκούσαν σε μία προσπάθεια να δικαιολογήσουν την άγνοια και τα χονδροειδή σφάλματά τους, και ιδού πού καταλήξαμε. Και ύστερα έρχονται και λένε πως απλώς προσπαθούν να διασφαλίσουν μία «σταθερή κυβέρνηση». Χριστέ μου! Ιδού η σταθερή τους κυβέρνηση. Δύο μέρες πριν αρχίσουν τα πραγματικά πυρά στην Αθήνα ο Σοφούλης είχε την έγκριση όλων των κομμάτων, μαζί και της αριστεράς και της αποκαλούμενης άκρας αριστεράς, για το σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας, και του το απαγόρευσαν κατηγορηματικά ο Λήπερ και ο Σκόμπι. «Η στιγμή δεν είναι ώριμη για την αλλαγή του καθεστώτος», «ο Πρωθυπουργός (ο Τσόρστσιλ) τού ζήτησε να παράσχει στήριξη στον κ. Παπανδρέου». Όλη η δυσώδης ιστορία δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες πριν δύο μέρες. Και έπειτα μπορούν ακόμα να υποκρίνονται πως αυτό που επιθυμούν είναι μία σταθερή κυβέρνηση. Μία λύση μπορώ να δω τώρα -ή μάλλον έναν άμεσο τρόπο για να σταματήσουν οι εχθροπραξίες, και αυτός είναι η αναγγελία της άμεσης αποστολής μιας επιτροπής από το Λονδίνο στην Αθήνα με εν λευκώ δικαιοδοσία και η έκκληση για εκεχειρία7. Ταυτόχρονα, ας αφήσουμε τους δυστυχείς Έλληνες να σχηματίσουν την κυβέρνηση εθνικής ενότητας την οποία ματαίωσε η ανάμειξη του Πρωθυπουργού. Δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο αυτή η εκστρατεία εναντίον τους: σε κάθε περίπτωση θα απαιτούνταν μήνες για να κατασταλούν οι αντιδράσεις. Οι Γερμανοί χρειάστηκαν τρία χρόνια και πέντε μεραρχίες και τότε πάλι δεν τα κατάφεραν… ομολογουμένως οι Γερμανοί ποτέ δεν έφτασαν στο σημείο να χρησιμοποιήσουν άρματα μάχης στο κέντρο της Αθήνας… Δεν είμαι υπέρ μιας αριστερής δικτατορίας στην Ελλάδα περισσότερο από εσένα –στην πραγματικότητα είμαι πολύ λιγότερο από Εσάς, γιατί θέλω να επιστρέψω και να ζήσω στην Εύβοια. Το Φόρεϊν Όφις, όμως, με την εγκληματική του τρέλα αναγκάζει τους Έλληνες να αντιμετωπίσουν το δίλημμα ανάμεσα στη δικτατορία της άκρας αριστεράς και τη δικτατορία της άκρας δεξιάς. Οποιαδήποτε μέση λύση, που θα μπορούσε πολύ εύκολα να επιτευχθεί στην αρχή –ή ακόμα και πριν μερικές εβδομάδες- και για την οποία προσεύχεται η πλειονότητα των Ελλήνων, καθίσταται σταθερά αδύνατη. Προφανώς δεν είναι ωραίο που σε τρελαίνω με όλα αυτά. Μακάρι να μπορούσα να σου γράψω ένα κανονικό γράμμα αλλά δεν θα υπήρχε τρόπος να σου το στείλω.

Η οργή του Φράνσις εκφράζεται πιο έντονα σε μία επιστολή στους γονείς του με ημερομηνία 17 Δεκεμβρίου 1944, σταλμένη πάλι από το Κάιρο.

Πολυαγαπημένοι μου γονείς… τα ακόλουθα φαίνονται άκρως σημαντικά:

α. Η ελληνική κοινή γνώμη δεν θα έπρεπε να μείνει με την εντύπωση πως αυτό που προκάλεσε την αλλαγή της βρετανικής πολιτικής ήταν απλώς και μόνο η στρατιωτική ανικανότητα να διεξαχθεί μία επιτυχής εκστρατεία εναντίον του ΕΛΑΣ. Θα πρέπει να δειχτεί πως η αιτία ήταν η αυθόρμητη μεταστροφή του βρετανικού κοινοβουλίου, του τύπου και της κοινής γνώμης, και πως, αν ήταν νωρίτερα προσβάσιμη η πληροφόρηση και δυνατή η διεξαγωγή συζήτησης, η αντιδραστική πολιτική θα είχε αντιστραφεί προ πολλού.

β. Το ΕΑΜ επιβάλλεται να αντιπροσωπεύεται επαρκώς σε οποιαδήποτε κυβέρνηση σχηματιστεί (δεν πρέπει να λησμονούμε πως η απευθείας προσωπική εμπλοκή του Τσόρτσιλ μέσω του Λήπερ ήταν το γεγονός που απέτρεψε το σχηματισμό Κυβέρνησης Συνασπισμού, πριν αρχίσουν τα πραγματικά πυρά), δεν πρέπει όμως η κυβέρνηση να περιλαμβάνει αποκλειστικά το ΕΑΜ.

γ. Η ύπαρξη τρομοκρατίας σε ορισμένες περιοχές της Ελλάδας –ειδικά στην Πελοπόννησο- από το ΕΑΜ αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός. Ωστόσο, μου φαίνεται απλώς και μόνο μία αντίδραση στη δική μας σταθερή πολιτική κατατρόπωσης του ΕΑΜ τα τελευταία τρία χρόνια, στη δεξιά και στα ημι-κουίσλινγκ άτομα στα οποία βασιζόταν ο Λήπερ μέχρι και τη στιγμή της απελευθέρωσης…

Τον καιρό που έφτασε τελικά ο Φράνσις στην Ελλάδα τον Απρίλιο 1945, αυτό που προβλέπει στην επιστολή του έχει ήδη αρχίσει να συμβαίνει, με τους αντάρτες του ΕΑΜ να στρέφονται στον εξτρεμισμό και να καταλαμβάνονται από τυφλή μανία σε ολόκληρη τη χώρα, αντί να αποτελούν μέρος μιας σταθερής κυβέρνησης.

Στο μεταξύ ο Φράνσις βρισκόταν ακόμη στο Κάιρο και για άλλη μια φορά γινόταν δυσάρεστος στους ανωτέρους του. Ενεργούσε όσο μπορούσε περισσότερο υπέρ των «λεγόμενων Ελλήνων κομμουνιστών», τους οποίους πίστευε πως η βρετανική κυβέρνηση είχε αντιμετωπίσει τόσο άδικα. Οι προσωπικές του εμπειρίες τον είχαν κάνει πολύ ευαίσθητο στα λάθη που είχαν γίνει από το Φόρεϊν Όφις και στις προσπάθειές τους να φιμώσουν όσους είχαν αντίθετη στάση, και στην άδικη καταδίκη ανθρώπων δήθεν ως κατασκόπων ή πολιτικών αντιφρονούντων. Ο Γιάννης Πελτέκης, τιμημένος με το βρετανικό παράσημο Διακεκριμένων Υπηρεσιών D.S.O., ήταν ένας λαμπρός μυστικός πράκτορας στη διάρκεια του πολέμου στην Ελλάδα. Ήταν ο αρχηγός της οργάνωσης «Απόλλων» ή «Υβόννη» η οποία ξεκληρίστηκε στο Χαϊδάρι τον Σεπτέμβριο του 1944. Ανάμεσα στους εκτελεσθέντες ήταν και η ηρωίς Λέλα Καραγιάννη. Ο Πελτέκης είχε ταξιδέψει πολλάκις στη Μέση Ανατολή και είχε μπλεξίματα καθώς άλλοι (Έλληνες και Άγγλοι) τον υποπτεύονταν ως διπλό πράκτορα, άλλοι ότι συμπαθούσε και βοηθούσε το ΕΑΜ8. Τον Ιανουάριο του 1945 γράφει στους γονείς του ο Φράνσις.

Κάιρο, 16 Ιανουαρίου 1945

Προσωπικό και εμπιστευτικό

Πολυαγαπημένε μου πατέρα,

[1.] Σας γράφω για να σας συστήσω τον ταγματάρχη Κέννεντι, τον οποίο γνώρισα όταν πρωτοήρθα εδώ το 1942 και τον οποίο βλέπω αρκετά συχνά από τότε που επέστρεψα στη Μέση Ανατολή τον περασμένο μήνα. Η αποστολή του ως μέλους του Γενικού Στρατηγείου τον έφερε σε επαφή με τον Γιάννη Πελτέκη, τον οποίο γνωρίζει πολύ καλά υπηρεσιακά και προσωπικά. Αυτός είναι ο λόγος που του ζήτησα να έρθει και να σας δει μόλις φτάσει στο Λονδίνο.

2. Θα θυμάστε που σας είχα αναφέρει κάποιον Γιάννη Πελτέκη όταν γύρισα στην Αγγλία τον περασμένο Ιανουάριο. Τότε αυτός βρισκόταν πάλι στην Αθήνα (η πρώτη του επίσκεψη στο Κάιρο ήταν το καλοκαίρι 1943, όταν έμενε στο διαμέρισμά μου στην Αγκούσα), και φυσικά δεν είχα πολλά να πω για τη δράση του. Όμως, ίσως επίσης θυμάστε πως είχα λάβει μία επιστολή του την περασμένη άνοιξη και πως είχα κάποια δυσκολία να του στείλω απάντηση. Αυτό έγινε στη δεύτερη επίσκεψή μου στη Μέση Ανατολή. Ο ταγματάρχης Κέννεντι θα σας πει τι έκανε στο μεταξύ.

3. Όταν έφτασα εδώ πριν ένα μήνα περίπου, προς έκπληξή μου πληροφορήθηκα πως ο Πελτέκης κρατούνταν στο Κάιρο γιατί είχε κατηγορηθεί από τον Λήπερ ότι ήταν κρυπτο-κομμουνιστής και πως είχε συσταθεί ερευνητική επιτροπή για να εξετάσει τη δραστηριότητά του στην Ελλάδα. Περιττό να πω ότι τελικά το δικαστήριο τον απάλλαξε από κάθε κατηγορία, όμως είχε ήδη προκληθεί μεγάλη ζημία και μάλιστα όχι μόνο στον ίδιο προσωπικά αλλά και -νομίζω πως θα συμφωνήσετε μαζί μου όταν μάθετε λεπτομέρειες- στο ζήτημα της Ελλάδας και στον αγώνα των συμμάχων. Δεν είναι υπερβολή αν πω (και επ’ αυτού ο ταγματάρχης Κένεντι θα συμφωνήσει μαζί μου) ότι αν ο Γιάννης Πελτέκης βρισκόταν στην Ελλάδα τους τελευταίους μήνες της κατοχής και τις πρώτες εβδομάδες της «απελευθέρωσης», ίσως το λιμάνι του Πειραιά να μην είχε καταστραφεί σχεδόν ολοσχερώς από τους Γερμανούς και ίσως να μην είχε γίνει ποτέ ο εμφύλιος πόλεμος.

4. Γνωρίζω πως υπάρχει μία έκθεση του πορίσματος της δίκης (η οποία διενεργήθηκε με προσωπική εντολή του ίδιου του Πρωθυπουργού) και πως υπάρχουν αντίγραφα στην κατοχή των διαφόρων υπηρεσιών που ασχολούνται με τη στρατιωτική και πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα. Θα σου πρότεινα να ζητήσεις να δεις αυτή την έκθεση και πιστεύω πως όταν τη διαβάσετε θα συμφωνήσετε πως πρόκειται για κραυγαλέα αδικία, και πως θα πρέπει να δοθεί μία καθ’ όλα επίσημη συγνώμη από το Φόρεϊν Όφις.

5. Αυτό όμως από μόνο του δεν θα ήταν αρκετό. Πέρα από το γεγονός πως ο Γιάννης Πελτέκης δεν ενδιαφέρεται να αποσπά συγνώμες από τις βρετανικές υπηρεσίες, αλλά να κάνει κάτι για να σώσει την δυστυχή χώρα του από τον όλεθρο στον οποίο την έχει βυθίσει το Φόρεϊν Όφις, και παρεμπιπτόντως να περισώσει τα λείψανα του βρετανικού κύρους στην Ελλάδα.

6. Ως αυθεντία στην τρέχουσα κατάσταση στην Ελλάδα, ο Πελτέκης έχει λίγους, αν όχι καθόλου, αντιπάλους στην παρούσα φάση. Οι προβλέψεις του για την πορεία των γεγονότων υπήρξαν καταπληκτικές, όπως για παράδειγμα όταν ήδη από το 1943 μας είχε προειδοποιήσει ότι οδεύαμε προς εμφύλιο πόλεμο στον οποίο οι Βρετανοί πιθανότατα θα ηττούνταν, εκτός κι αν το Φόρεϊν Όφις άλλαζε τακτική. Σήμερα ανυπομονεί εναγωνίως να έρθει στο Λονδίνο όπου αισθάνεται πως η εμπειρία και η γνώση του θα πρόσφεραν πολλά. Δεν έχω καμία αμφιβολία επ’ αυτού.

7. Πράγματι του έχει ήδη προταθεί δοκιμαστικά από την πρώην υπηρεσία του εδώ να κάνει μία σύντομη επίσκεψη στο Λονδίνο. Ωστόσο προφανώς προέκυψε κάποιο κώλυμα: ένα κώλυμα για το οποίο χωρίς ιδιαίτερους ενδοιασμούς θα το απέδιδα στη συνήθη πηγή! Δεν γνωρίζω αν αυτή τη στιγμή βρίσκεστε σε ισχυρή θέση ώστε να βοηθήσετε, αλλά θα σας παρακαλούσα θερμά να κάνετε ό,τι περισσότερο μπορείτε.

Στα τέλη Ιανουαρίου φαίνεται πως ο Φράνσις είχε εξαναγκαστεί να σιωπήσει και είχε τεθεί στο περιθώριο από το Φόρεϊν Όφις και, προς μεγάλη του απογοήτευση, να σταλεί στην Ιερουσαλήμ όπου θα ήταν ακίνδυνος. Πέρα από τον διακαή του πόθο να επιστρέψει στην Ελλάδα και να βοηθήσει στην απελπιστική κατάσταση εκεί, όπου οι άνθρωποι λιμοκτονούσαν και η χώρα και όλες οι υποδομές ήταν εντελώς κατεστραμμένες από τον πόλεμο, τον χρειάζονταν στο σπίτι στο Αχμέταγα. Τώρα μέλη του ΕΑΜ στην περιοχή τρομοκρατούσαν τον ντόπιο πληθυσμό. Γράφει για άλλη μια φορά στον Ντέιβιντ Μπόους Λάιον από την Παλαιστίνη στις 20 Ιανουαρίου 1945.

Αγαπητέ Ντέιβιντ

Ήρθα εδώ πιστεύοντας πραγματικά (και πολύ ανόητα) πως επιτέλους βρισκόμουν στο δρόμο της «επιστροφής» (στην Ελλάδα) και το μόνο που έγινε ήταν ότι πέρασα δύο μήνες περιμένοντας να μου αλλάξουν θέση, έπειτα ότι με έστειλαν εδώ στην πιο βλακώδη υπηρεσία που μπορεί να φανταστεί κανείς, την ώρα που η μία φρίκη διαδεχόταν την άλλη στην «πατρίδα» (εννοεί την Ελλάδα)… Είναι φριχτό γιατί (οι Έλληνες) ψυχορραγούσαν πριν δυο μήνες, και πάλι όμως είχαν καταφέρει να αντέξουν τόσον καιρό και ευχαριστούσαν το Θεό που τα βάσανά τους έφταναν στο τέλος, και μετά άρχισαν όλα πάλι από την αρχή. Τώρα δεν ξέρω ποιος ζει και ποιος πέθανε.

Στο διάστημα που βρισκόταν στην Παλαιστίνη, ο Φράνσις προσπαθούσε να μαθαίνει ό,τι μπορούσε για τη χώρα που βρισκόταν, μία εμπειρία που αργότερα θα σφράγιζε την μετέπειτα σταδιοδρομία του στη βρετανική πολιτική. Τον έχει προσκαλέσει σε γεύμα ένας σεΐχης και σχολιάζει τους συμπατριώτες του ως εξής:

Την υπόλοιπη μέρα με διακατείχαν βίαια αντιβρετανικά συναισθήματα εξαιτίας των αηδιαστικών τρόπων του ανάγωγου εσμού με την δήθεν καθωσπρέπει συμπεριφορά, «με το Σεις και με το Σας», που επίσης συμμετείχαν στο γεύμα με τον σεΐχη και του συμπεριφέρονταν τόσο χυδαία, που στο μέλλον θα πιστεύω την οποιαδήποτε απαίσια ιστορία για τη Βρετανική Υπηρεσία των Αποικιών. Προσωπικά θα απέλυα τους μισούς από αυτούς και στους άλλους μισούς θα τους έκανα για πέντε χρόνια μαθήματα στοιχειώδους ευγένειας, τονίζοντάς τους πως… δημοκρατία σημαίνει να γνωρίζουν πώς να φερθούν στους καλύτερούς τους με τον δέοντα σεβασμό, ειδικά όταν τους έχει δοθεί το προνόμιο να συναναστρέφονται με ξένους που ο πολιτισμός και η γενική ευφυϊα και η αγωγή τους είναι κατά πολύ ανώτερες από τη δική τους. (Επιστολή στους γονείς του, Παλαιστίνη 8/9 Φεβρουαρίου 1945).

Σιγά σιγά άρχισαν να φτάνουν ειδήσεις από το Αχμέταγα, καθώς τα αγγλικά στρατεύματα που στάθμευαν στη Χαλκίδα μπορούσαν να τις στέλνουν μέσω του Γενικού Στρατηγείου στην Παλαιστίνη. Τον Απρίλιο η μητέρα του Φράνσις Ειρήνη, 66 ετών τότε (αν και ποτέ δεν παραδεχόταν την ηλικία της), κατάφερε να αναχωρήσει για την Ελλάδα μέσω Ιταλίας μέσα σε ένα μικρό στρατιωτικό αεροπλάνο. Στα τέλη Μαρτίου 1945 ο Φράνσις είχε καταφέρει τελικά να πάρει άδεια για δεκαοκτώ ημέρες για να βρεθεί κοντά στη μητέρα του στο Αχμέταγα. Η υποδοχή του στο χωριό ήταν συγκινητική. Επιτέλους πίσω στο χωριό του πια, ο Φράνσις διαπίστωσε με τα ίδια του τα μάτια πως, άσχετα με τα λάθη και τις αδικίες τους το Δεκέμβριο στην Αθήνα, οι Βρετανοί ήταν ευπρόσδεκτοι στο Αχμέταγα. Αυτό πρέπει να οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στην Ειρήνη και την αντίδρασή της στην κατάσταση που βρήκε όταν έφτασε στο χωριό. Ήταν πολύ αποφασισμένη και ξεκάθαρη για τις ευθύνες της χωρίς τον παραμικρό δισταγμό. Κανένας στο χωριό δεν έχασε τη ζωή του. Όλα τα άλλα μπορούσαν να φτιαχτούν από την αρχή. Όπως είχε γράψει η Ειρήνη Νόελ στον Φράνσις πριν την αναχώρησή του από το Κάιρο:

Είναι υπέροχο που είμαι πάλι εδώ παρά τη φοβερή κατάσταση που βρίσκονται τα υπάρχοντά μας: ο κήπος, η αυλή, οι σιταποθήκες. Δεν με ενοχλεί καθόλου, γιατί όπως εσύ είπες κάποτε, τίποτα ουσιώδης δεν καταστράφηκε (επιστολή από την Ειρήνη στον Φράνσις από το Αχμέταγα, 24 Μαρτίου 1945).

Σχετικά με την άφιξη του ίδιου στο Αχμέταγα έγραψε ο Φράνσις στον Ντέιβιντ Μπόους Λάιον:

Αγαπητέ μου Ντέιβιντ

Είστε ένας από τους πρώτους ανθρώπους που πρέπει να πληροφορηθείτε ότι επιτέλους έφτασα. Ενάμισης χρόνος εξορίας έφτασε στο τέλος!… Φαίνεται πως τα προβλήματά μου, προς το παρόν, τελειώνουν και πως θα μου επιτραπεί να παραμείνω σε αυτή τη χώρα. Μετανιώνω πικρά που δεν ήρθα εδώ πολύ νωρίτερα, αλλά ο ενθουσιασμός που έφτασα και πάνω από όλα η υποδοχή που είχα όταν γύρισα στο Αχμέταγα με αποζημίωσαν για τις ατελείωτες εβδομάδες απόγνωσης στο Λονδίνο και την Αίγυπτο.

Πραγματικά δεν θα μπορείς ποτέ να καταλάβεις, Ντέιβιντ, γιατί είμαι τόσο ερωτευμένος με αυτή τη χώρα αν δεν έρθεις στο Αχμέταγα…ελπίζω ειλικρινά πως δεν θα αργήσεις να με επισκεφτείς. Αυτή τη στιγμή γράφω στο σπίτι του βοσκού. Βρίσκεται στην κορυφή του χωριού, όχι πολύ μακριά από τα ερείπια από το «κονάκι» μας που κάηκε από τους Ιταλούς πριν δύο χρόνια. Στο βάθος οι λόφοι είναι ακόμα σκεπασμένοι με πολύ χιόνι, που αστράφτει στο φως του ήλιου, και στις πεδιάδες μόλις έχουν αρχίσει να βγαίνουν λουλούδια. Οι κουτσουπιές θα είναι ολάνθιστες σε λίγες μέρες, και τα πλατάνια πλάι στο ποτάμι θα αρχίσουν να πρασινίζουν.

Η καταστροφή είναι σίγουρα μικρότερη από ό,τι περίμενα, αν και μεγάλο μέρος του δάσους έχει καεί (ένα μέρος του για τρίτη φορά όσο ζω) και οι Γερμανοί, οι Ιταλοί, και μαζί μ’ αυτούς τα τάγματα ασφαλείας και οι αντάρτες, πρακτικά δεν μας έχουν αφήσει τίποτα από τον γεωργικό εξοπλισμό. Το αυτοκίνητο, το φορτηγό και ένα σωρό γεωργικά μηχανήματα και εργαλεία έχουν κάνει φτερά, όλα τα ζώα είναι άφαντα, όλα τα πρόβατα είναι άφαντα … δεν μας έμεινε ούτε κότα. Μόλις καταφέρουμε να βρούμε κανένα φορτηγό, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, θα αρχίσουμε πάλι από την αρχή.

Η μητέρα μου, που βρίσκεται εδώ ένα μήνα περίπου τώρα, έχει κάνει πραγματικά θαύματα και έχει κάνει πολλά για να βοηθήσει με τη διανομή τροφίμων και ιματισμού στους χωρικούς εδώ και σε άλλα τέσσερα χωριά. Αυτό που χρειαζόμαστε πάνω απ’ όλα είναι η αστυνομία και να λειτουργήσουν πάλι οι κυβερνητικές υπηρεσίες, αλλά ως τώρα δεν έχουμε δει το παραμικρό. Ελπίζω πάντως ότι δεν θα χρειαστεί να περιμένουμε πάρα πολύ.

Τα δύο μας χωριά γλίτωσαν με μικρές απώλειες. Μόνο τα σπίτια δύο κατοίκων κάηκαν στο Δράζι (μία ώρα δρόμο με τα πόδια στους λόφους΄ ήμουν εκεί χτες) και το δικό μας καταστράφηκε εδώ. Όμως σώθηκαν οι στάβλοι, το γραφείο, ένας ξενώνας, οι σιταποθήκες, η κουζίνα και ένα από τα δωμάτια υπηρεσίας, διαλυμένα μετά το πέρασμα του ΕΑΜ και όχι κατοικήσιμα ακόμη, αλλά θα γίνουν πάλι σύντομα.

Ένα μεγάλο μας πρόβλημα είναι ότι οι χωρικοί δεν έχουν συνέλθει εντελώς από την τρομοκρατία των ανταρτών, η οποία ήταν απείρως χειρότερη από οτιδήποτε έχουν υποφέρει στις διάφορες δικτατορίες που ταλάνισαν τη χώρα από την εποχή του τελευταίου πολέμου. Ως τώρα δεν γνωρίζω τίποτα για άλλα μέρη της Ελλάδας και πιστεύω πως η τρομοκρατία εδώ ήταν σχετικά ήπια, ακόμα κι εδώ όμως θα χρειαστεί κάποιος χρόνος μέχρι να ανασάνουν ελεύθερα οι χωρικοί. Πάντως, καλό θα ήταν να γράψω αναλυτικά για όλα αυτά όταν μάθω περισσότερα…

Ένα από τα πιο εντυπωσιακά πράγματα είναι η αφοσίωση των ανθρώπων από το χωριό που δούλευαν για μας, και πολλών άλλων χωρικών, οι οποίοι, απ’ όσο γνωρίζω, δεν μας είχαν καμία ιδιαίτερη υποχρέωση, στη διάρκεια της κατοχής (και σε αυτή την περιοχή η ‘κατοχή’ άρχισε να λήγει μόλις τον προηγούμενο Ιανουάριο). Τα έπιπλα που έκρυψαν και μας τα έσωσαν, οι κίνδυνοι που πέρασαν για χάρη μας, και η χαρά τους όταν επιστρέψαμε με έκαναν να συνειδητοποιήσω ακόμα περισσότερο από πριν πόσο αξιοθαύμαστοι άνθρωποι είναι και πόσα τους οφείλουμε. Με λίγη ειρήνη και σταθερότητα ελπίζω πως τα δύο χωριά μας θα γίνουν τα καλύτερα και τα πιο ευτυχισμένα στην Ελλάδα. Δεν βλέπω το λόγο γιατί να μη γίνουν –μόλις μπουν στη θέση τους οι γκαουλάιτερ του τοπικού ΕΑΜ (που πραγματικά είναι μάλλον αξιοθρήνητοι, αλλά είχαν τεράστια δύναμη όσο υπήρχαν αντάρτες στα βουνά για να κάνουν πολιτικές δολοφονίες γι’ αυτούς)». (Επιστολή στον Ντέιβιντ Μπόους Λάιον, 28 Μαρτίου 1945 c/o M.A. to GOCinC)

Και πάλι σε μία επιστολή σε ένα φίλο γραμμένη στις 25 Μαΐου 1945:

…σχετικά με τον έλεγχο που ασκεί το ΕΑΜ στα χωριά –στη δική μας περιοχή τέλος πάντων, και δεν έχω λόγο να υποθέτω ότι δεν ήταν κοινή κατάσταση στην υπόλοιπη αγροτική Ελλάδα- ήταν κυριολεκτικά ο κόκκινος τρόμος, από τον οποίο οι χωρικοί υπέφεραν πολύ περισσότερο από ποτέ στη φασιστική δικτατορία του Μεταξά (1936-41), και που δεν έκανε τίποτα γι’ αυτούς. Ανακουφίστηκαν με όλη τους την καρδιά όταν οι Βρετανοί έφτασαν επιτέλους και ανέλαβαν τον έλεγχο της κατάστασης, και η μεγάλη πλειονότητα των ανθρώπων που μίλησα μαζί τους αγωνιούσαν και ήθελαν να μείνουμε όσο το δυνατό περισσότερο και να παρέμβουμε… στη διακυβέρνηση της χώρας… έργο που θα απαιτήσει αρκετό χρόνο για την οποιαδήποτε ελληνική κυβερνητική αρχή.

Ο Φράνσις ήταν υπερβολικά αισιόδοξος όταν πίστευε πως θα του επέτρεπαν να παραμείνει στην Ελλάδα. Αντιθέτως ήταν αναγκασμένος να επιστρέψει στο Κάιρο και να υποβάλει εκ νέου αίτηση επιστροφής στην Ελλάδα. Γράφει σε ένα φίλο τον Απρίλιο του 1945:

Βρίσκομαι ακόμη στο Κάιρο. Σήμερα κλείνω ένα μήνα σε αυτήν την αναθεματισμένη χώρα, και τώρα ύστερα από μία ατελείωτη και απόλυτη σιγή η Αθήνα μού λέει πως υπάρχει ένα «τεχνικό κώλυμα» το οποίο προσπαθούν να «αποκαταστήσουν»… αλήθεια!

Περίμενα και περίμενα, μερικές φορές πείθοντας τον εαυτό μου πως θα φύγω σίγουρα την επόμενη μέρα, μερικές φορές παίρνοντάς το απόφαση πως θα βρίσκομαι εδώ μέχρι το τέλος του επόμενου πολέμου και θα έχω καταντήσει πια ένας ψηλόλιγνος ζαρωμένος γέρος με αναμαλλιασμένα γκρίζα μαλλιά που θα πηγαίνει με τρεμάμενο βήμα σε ένα τηλέφωνο κάθε πρωί προσπαθώντας να βρει κάποιον από τα κεντρικά, που λείπει τα τελευταία είκοσι χρόνια, και θα ζητά να μάθει από το τηλεφωνικό κέντρο με τρεμουλιαστή τσακισμένη φωνή αν υπάρχουν νέα από την Αθήνα» (19 Απριλίου 1945)

Έχοντας επιστρέψει και συναντήσει μία τόσο θερμή υποδοχή στο Αχμέταγα, όπου η φτώχεια και η κακουχία στον πόλεμο ήταν τόσο φοβερή, όπου άνθρωποι που δεν είχαν τίποτα να δώσουν είχαν φορτώσει τη μητέρα του με δώρα –αυγά και μέλι και καρύδια- από το υστέρημά τους (Επιστολή της Ειρήνης Νόελ Μπαίκερ από το Αχμέταγα, 24 Μαρτίου 1945), και που στάθηκαν στην οικογένεια με τόση αφοσίωση και ειλικρινή φιλία παρά τη συμπεριφορά της βρετανικής κυβέρνησης, ο Φράνσις βρήκε δύσκολο να χωνέψει τον πλούτο και την παρακμή στο Κάιρο:

19 Απριλίου 1945

Στη διαδρομή Κάιρο-Αλεξάνδρεια

Νομίζω πως το Κάιρο είναι η πόλη η πιο θλιβερή και η πιο καταθλιπτική που έχω επισκεφθεί ποτέ… η ατμόσφαιρα είναι αποπνικτικά φαύλη από κάθε άποψη… ή ίσως αντιδρώ εναντίον σε αυτό περισσότερο βίαια αυτή τη φορά (έχω περάσει ευχάριστα στο παρελθόν), γιατί στην πράξη περνώ το χρόνο μου αποκλειστικά με αυτούς που αναμφίβολα θα προσβάλλονταν παρεκτός αν συμπεριλαμβάνονταν στην αποκαλούμενη «κοινωνία» του Καΐρου. Θεέ μου, τι σάπιος συρφετός. Δεν υπάρχει σε αυτούς τίποτα, απολύτως τίποτα καλό, χρήσιμο ή έστω διασκεδαστικό (παρά μόνο με έναν ηλιθιώδη, μάλλον πρόστυχο τρόπο). Ένα μόνο πράγμα έχουν και αυτό είναι το χρήμα –ένας σωρός χρήμα, που το αφαίμαξαν από τους εξαθλιωμένους, πεινασμένους, ιδρωμένους, κυνηγημένους από τις μύγες, καταπονημένους από τις ασθένειες, πάμπτωχους φελλάχους, που εργάζονται δούλοι στα χωράφια ή ψάχνουν για αποφάγια στους κάδους των σκουπιδιών στο Κάιρο. Μια μέρα η επανάσταση της ίδιας της Κόλασης θα μετατρέψει αυτή τη χώρα σε συντρίμμια και όλοι οι πασάδες και οι λεβαντίνοι πρίγκηπες-έμποροι μαζί και οι γυναίκες και οι παρατρεχάμενοι τους- θα πνιγούν σε μία πλημμύρα ωμοτήτων… αυτοί και οι γυναίκες τους και οι παρατρεχάμενοί τους- θα τρέμουν σύγκορμοι και θα κλαψουρίζουν στα κομψά λεβαντίνικα γαλλικά τους, προσπαθώντας να καταλάβουν τι τους βρήκε. Και δεν θα μπορούν να καταλάβουν… Έτσι προχωρούν τα πράγματα αυτή τη στιγμή, ή έτσι θα έπρεπε να προχωρήσουν: όμως δεν πιστεύω πως αυτό θα συμβεί σύντομα και, όταν συμβεί, ο δυτικός τύπος θα εκφράσει την αγανάκτησή του για την αιφνίδια «έκρηξη του ντόπιου φανατισμού»…

Φαίνεται πως όταν προκηρύχθηκαν οι εκλογές στη Βρετανία, ορισμένοι στο Εργατικό Κόμμα συνέλαβαν την ιδέα να θέσει υποψηφιότητα ο Φράνσις σε ένα παραδοσιακό προπύργιο των Συντηρητικών, με το σκεπτικό ότι θα έχανε μεν, αλλά θα αποκτούσε μία καλή εμπειρία. Επιπλέον θα είχε το πλεονέκτημα πως θα τον αποσπούσε από την ολοένα και πιο επαχθή θέση του στο στρατό. Όλοι χρησιμοποίησαν την επιρροή τους για να επιστρέψει στην Ελλάδα, χωρίς επιτυχία όμως. Οι φόβοι της μητέρας του ότι μία ενδεχόμενη εκλογή του θα αποδεικνυόταν πραγματική κατάρα επαληθεύτηκαν. Ο πατέρας του συγκλονίστηκε όταν ο Φράνσις εκλέχτηκε στην ηλικία των 25 ετών, και του έστειλε ένα μακροσκελές γράμμα γεμάτο συμβουλές, παρακαλώντας τον να είναι προσεκτικός. Δεν είχε καν ολοκληρώσει τις σπουδές του στο Κινγκς Κόλετζ και αφοσιώθηκε ψυχή και σώματι στη βρετανική πολιτική. Από εκείνη τη στιγμή και για τα επόμενα σχεδόν είκοσι χρόνια δεν θα ήταν μόνο οι άνθρωποι στο Αχμέταγα και αργότερα ο κυπριακός λαός, αυτοί που θα υπηρετούσε ακάματα ως υπερασπιστής τους στη Βουλή των Κοινοτήτων, αλλά επίσης οι άνθρωποι στο Μπρέντφορντ και στο Τσίζγουϊκ και αργότερα του Σουίντον, οι δύο εκλογικές περιφέρειες τις οποίες αντιπροσώπευσε ως βουλευτής των Εργατικών.

Σημείωμα του Φράνσις Νόελ-Μπαίκερ με μολύβι (χωρίς ημερομηνία)

Μόλις πριν πέντε μήνες το νέο κοινοβούλιο της Βρετανίας συνήλθε στο Γουεστμίνστερ. Στριμωγμένοι στα κυβερνητικά έδρανα και κατακλύζοντας το χώρο ως την άλλη άκρη του Κοινοβουλίου, τετρακόσια μέλη των Εργατικών περίμεναν με αγωνία τη βασιλική πρόσκληση στην ηγεσία στη Βουλή των Λόρδων, όπου για πρώτη φορά στην ιστορία ο εκπρόσωπος της βασιλείας θα ευδοκούσε να εκθέσει ‘στον καθιερωμένο λόγο του Θρόνου’ τις γενικές γραμμές ενός πενταετούς σοσιαλιστικού νομοθετικού προγράμματος.

Ξαφνικά ξέσπασαν επευφημίες από τις τάξεις των Τόρις, που είχαν λουφάξει κατηφείς, και όταν ακούστηκε το «for he is a jolly good fellow», είδαμε τον Γουίνστον Τσόρτσιλ, ηγέτη του Κόμματος των Συντηρητικών, στην πιο συντριπτική εκλογική του ήττα, να περνά πίσω από το βήμα του ομιλητή και να καταλαμβάνει τη θέση του στην πρώτη σειρά των εδράνων της αντιπολίτευσης. Η απάντηση από τα κυβερνητικά έδρανα ήταν άμεση και δραματική. Σαν ένας άνθρωπος, οι υποστηρικτές της Κυβέρνησης σηκώθηκαν όρθιοι και αργότερα μου είπαν ότι η «Κοκκινη Σημαία» (ο σοσιαλιστικος ύμνος, το Internationale) που τραγουδήσαμε ακούστηκε σε ολόκληρο το ανάκτορο του Γουεστμίνστερ.

Από πολλές πλευρές αυτό το απροσχεδίαστο, αυθόρμητο επεισόδιο συμβόλιζε τις βρετανικές εκλογές του 1945 και έδωσε τον τόνο της συνεδρίασης που ακολούθησε. Ο βρετανικός λαός είχε εκλέξει μία σοσιαλιστική κυβέρνηση με τεράστια κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Το Κόμμα των Εργατικών είχε έρθει στην εξουσία με ένα λεπτομερές πρόγραμμα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής…

Ειρήνη Νόελ
Απρίλιος 2011

 

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

  1. Οι επιστολές αυτές βρίσκονται στο αρχείο της Βρετανικής Σχολής στην Αθήνα.
  2. Η Είρηνη και ο Φίλιππας παρασημοφορήθηκαν και οι δύο για της υπηρεσίες τους στην εθελοντική οργάνωση του FAU, που απέσυρε τους τραυματίες από τα πεδία των μαχών. Το προσωπικό αρχείο του Φιλίππου, που καλύπτει την δράση τους στο FAU, βρίσκεται στα αρχεία Churchill, στο Καίμπριτζ της Αγγλίας.
  3. Παναγιώτης Κανελλόπουλος (1902-1986). Πολιτικός, φιλόσοφος και ακαδημαϊκός. Διετέλεσε δύο φορές πρωθυπουργός της Ελλάδας (1-22 Νοεμβρίου 1945 και 3-21 Απριλίου 1967). Κατείχε διάφορες υπουργικές θέσεις στις κυβερνήσεις των Εμ. Τσουδερού, Γ. Παπανδρέου, Θεμ. Σοφούλη και Σοφ. Βενιζέλου. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου ήταν αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και υπουργός Εθνικής Άμυνας στη κυβέρνηση Τσουδερού. Βλ. επίσης http://parliament.greekgeeks.com/UserFiles/f3c70a23-7696-49db-9148-f24dce6a27c8/kanelopoulos.pdf , Μπεκίρης Βασίλης, Ο πολιτικός Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Αθήνα, Εκδ.Νέα Σύνορα, 1999, Περιοδικό Νέα Εστία, Αφιέρωμα στον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, 1902-1986, Αθήνα, Εκδ.Νέα Εστία, 1996.
  4. Παραθέτω από τα απομνημονεύματα του Φράνσις, Book Eight, 1987.
  5. Στις 30.9.1938 οι Τσάμπερλαιν, Νταλαντιέ και Μουσολίνι υπέγραψαν με τον Χίτλερ τη συμφωνία του Μονάχου, σε μία προσπάθεια κατευνασμού του ναζιστικού επεκτατισμού, με την οποία η Γερμανία δεν θα προσαρτούσε τη Σουδητία στην τότε δυτική Τσεχοσλοβακία. Μετά την αποτυχία ανάσχεσης της ναζιστικής επιθετικότητας η συμφωνία έγινε αντικείμενο κατακραυγής ως τεκμήριο υποχώρησης στις αξιώσεις δικτατόρων.
  6. THE ATLAΝΤIC CHARTER (1941)
    Τον Ιούλιο του 1941, ο Ρούσβελτ και ο Τσόρτσιλ συναντήθηκαν για να συμφωνήσουν για τους σκοπούς του πολέμου εναντίον του φασισμού. Ο πρώτος σκοπός ήταν να αναγνωριστεί το δικαίωμα όλων των λαών να αποφασίσουν οι ίδιοι πως θα κυβερνηθούν.
  7. Για την επίσκεψη του Τσόρτσιλ στην Αθήνα το Δεκέμβριο 1944 και την επιρροή του Βρετανικού Υπουργείου Εξωτερικού, βλ. την βιογραφία του Τσόρτσιλ από τον Μάρτιν Γκίλμπερτ (Winston Churchill by Martin Gilbert, Heinemann 1991), σελ 812.
  8. Μεταπελευθερωτικά ο Πελτέκης έγινε Υπουργός Ναυτιλίας. Το αρχείο του υπάρχει στο Μουσείο Μπενάκη. Γράφει για αυτόν αρκετά ο Κ. Σβολόπουλος, στο βιβλίο του «Χαϊδάρι, 8 Σεπτεμβρίου 1944». Μετά το πέρας του πολέμου ο Φράνσις αφιέρωσε στην «Υβόννη» το βιβλίο του για την Ελλάδα, Greece: The Whole story, (1946). Ο Τζων Πελτέκης ήταν μαζί με τον Φράνσις στο Μπρέντφορντ όταν ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα στις βρετανικές εκλογές του 1945. Οι δύο τους έμειναν φίλοι, και ο γιός του Φράνσις πήρε το όνομα του Πελτέκη, Martin John.
Copyright © 2009-2017 Irene Noel-Baker.